- φιλειρηνικότητα
- ηη αγάπη για την ειρήνη, η ειρηνοφιλία: H πολιτική του διέπεται από φιλειρηνικότητα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φιλειρηνικότητα — η, Ν η αγάπη για την ειρήνη, ειρηνοφιλία. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλειρηνικός. Η λ., στον λόγιο τ. φιλειρηνικότης, μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek